- πεμπώβολον
- πεμπ-ώβολον (πέντε, ὀβελός): fivetined fork, used at sacrificial burnings, Il. 1.463. (Cf. cut No. 95, combined from several ancient representations.)
A Homeric dictionary (Greek-English) (Ελληνικά-Αγγλικά ομηρικό λεξικό). 2010.
A Homeric dictionary (Greek-English) (Ελληνικά-Αγγλικά ομηρικό λεξικό). 2010.
πεμπώβολον — five pronged fork neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πεμπώβολον — τὸ, Α μαγειρικό εργαλείο από πέντε οβελούς, είδος μακριάς περόνης η οποία είχε πέντε οβελούς και τήν χρησιμοποιούσαν στις θυσίες για να στρέφουν τις σάρκες τών ζώων που καίγονταν. [ΕΤΥΜΟΛ. < πέμπε, αιολ. τ. τού πέντε + ώβολον (< ὀβολός) με… … Dictionary of Greek
πεμπωβόλοις — πεμπώβολον five pronged fork neut dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πεμπωβόλου — πεμπώβολον five pronged fork neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πεμπωβόλων — πεμπώβολον five pronged fork neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πεμπώβολα — πεμπώβολον five pronged fork neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)